«Πώς είπατε». «Συγγνώμη, δεν άκουσα».
Αν συλλαμβάνετε τον εαυτό σας να επαναλαμβάνει αυτές τις φράσεις, όλο και συχνότερα, ίσως αυτό να αποτελεί ένα αποκαλυπτικό σημάδι ότι η ακοή σας δεν είναι τόσο καλή όσο νομίζετε ή απλώς δεν θέλετε να αναγνωρίσετε το πρόβλημα, και τώρα, ήρθε η ώρα να δράσετε.
Νέα στοιχεία δείχνουν ότι πολλοί Αυστραλοί, δίνουν ελάχιστη προσοχή στην υγεία των αυτιών.
Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι μία στις τρεις περιπτώσεις απώλειας ακοής σε ενήλικες μπορεί να προληφθεί.
Τα αποτελέσματα της έρευνας
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας ‘Herald Sun”, έρευνα της YouGov, η οποία διενεργήθηκε κατά παραγγελία της ασφαλιστικής εταιρείας υγείας HCF, διαπίστωσε ότι περισσότερα από τα 3/4 των Αυστραλών ενηλίκων, ηλικίας 25 ετών και άνω, δεν ελέγχουν την ακοή τους, κάθε χρόνο, μέσω ενός επαγγελματία ακουολόγου.
Στην έρευνα συμμετείχαν 1.200 Αυστραλοί. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι το ένα τρίτο των ερωτηθέντων, δεν είχε ελέγξει ποτέ την ακοή του.
Η έρευνα δείχνει ότι μόνο το 23% των Αυστραλών ελέγχουν τακτικά την ακοή τους και πολλοί αγνοούν ότι παράγοντες του τρόπου ζωής, όπως το κάπνισμα και παθήσεις όπως ο διαβήτης και η υψηλή αρτηριακή πίεση, μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο απώλειας ακοής.
Οι άμεσες λύσεις
Η καλή είδηση είναι ότι η ανάληψη δράσης για να βελτιώσουμε την υγεία των αυτιών μας μπορεί να είναι άμεση, πέρα από τα τακτικά τσεκάπ που μπορούμε να κάνουμε.
Για παράδειγμα, η διακοπή του καπνίσματος. Τα τσιγάρα έχουν αντίκτυπο στο κυκλοφορικό, επηρεάζοντας τη ροή του αίματος στο αυτί, οδηγώντας τελικά σε κακή ακοή.
Είναι επίσης καλύτερο να διασφαλίσουμε το γεγονός ότι δεν εκτιθέμεθα επανειλημμένα σε δυνατό θόρυβο.
Αυτό που συμβαίνει με την έκθεση στο θόρυβο είναι ότι κύτταρα της ακοής τίθενται υπό μεγάλη πίεση.
Αυτό συνήθως σχετίζεται με την έκθεση σε θόρυβο για μεγάλο χρονικό διάστημα, όπως οι άνθρωποι που εργάζονται σε θορυβώδη περιβάλλοντα, χωρίς την κατάλληλη προστασία των αυτιών ή οι μουσικοί που επανειλημμένα ακούνε πολύ δυνατή μουσική.
Η προστασία και η πρόληψη
Επισημαίνεται ότι στα αυτιά μας, έχουμε μικρά τριχωτά κύτταρα που λαμβάνουν τον ήχο και τον στέλνουν στον εγκέφαλό μας.
Με την πάροδο του χρόνου, αυτά τα τριχωτά κύτταρα αρχίζουν να καταστρέφονται, αν εκτίθενται σε πολύ θόρυβο, και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην μεταδίδεται ο πλήρης ήχος στον εγκέφαλο.
Επιπλέον, όσοι έχουν οικογενειακό ιστορικό προβλημάτων υγείας του αυτιού, έχουν αυξημένο κίνδυνο βαρηκοΐας.
Ένα άλλο συνηθισμένο σημάδι απώλειας ακοής είναι η ανάγκη να δυναμώνουμε την ένταση της τηλεόρασης ή η δυσκολία να μιλήσουμε με κάποιον στο τηλέφωνο.
Η υψηλότερη συγκέντρωση που απαιτείται, μερικές φορές, για την παρακολούθηση των συνομιλιών μπορεί επίσης να οδηγήσει σε υψηλότερα επίπεδα κόπωσης, ενώ η μη θεραπευμένη απώλεια ακοής έχει συνδεθεί με πιθανές αλλαγές στην ψυχολογική μας κατάσταση με την πάροδο του χρόνου.
Η ακοή έχει στην πραγματικότητα αντίκτυπο στην ικανότητά μας να αλληλεπιδρούμε κοινωνικά, καθώς και στην ευρύτερη υγεία μας και γι’ αυτό είναι αρκετά σημαντικό να την παρακολουθούμε και να τη φροντίζουμε.
Η απώλεια ακοής, εν τέλει, είναι ένα σημαντικό ζήτημα και θα μπορούσε να έχει πολύ μεγαλύτερες επιπτώσεις στην υγεία μας.