Στην εκδήλωση, όπου παρουσιάστηκαν τα τελευταία βιβλία του συγγραφέα από ειδήμονες, είχε κληθεί ο τιμώμενος δημιουργός να μιλήσει για τη ζωή και το έργο του.
Με την ευκαιρία αυτής της επετείου, ο συγγραφέας Δρ. Γιάννης Βασιλακάκος παρχώρησε (πριν την πραγματοποίηση της εκδήκωσης) την ακόλουθη συνέντευξη στο Πρόγραμμά μας:
SBS: Ένας από τους πιο καταξιωμένους συγγραφείς που έχει αναδείξει η ομογένεια είναι ο διδάκτωρ Γιάννης Βασιλακάκος. Με θητεία 50 και πλέον ετών στο λογοτεχνικό στερέωμα, έχει στο ενεργητικό του πάρα πολλά βιβλία, για τα οποία πολλάκις έχει μιλήσει μέσα από τη συχνότητα του Ελληνικού Προγράμματος της Ραδιοφωνίας SBS. Τον προσκαλέσαμε να είναι και σήμερα μαζί μας για να μιλήσουμε για τρία πονήματά του που έχουν εκδοθεί, σχετικά πρόσφατα, από εκδοτικούς οίκους στην Ελλάδα. Και αυτό είναι ενδεικτικό: ότι τα βιβλία του δεν βρίσκουν απήχηση μόνο στην ομογένεια, αλλά και στην γενέτειρα.
Το πρώτο βιβλίο σας, για το οποίο θα θέλαμε να τοποθετηθείτε, είναι η βιογραφία του Ηλία Πετρόπουλου από τις εκδόσεις Οδός Πανός. Το έχετε τιτλοφορήσει «Ηλίας Πετρόπουλος: Ο τεχνίτης της διαστροφής – Σεργιάνι στον κόσμο ενός αιρετικού ελληνολάτρη». Ο Πετρόπουλος έχει χαρακτηρισθεί, μεταξύ άλλων, και ως «αλλόκοτος». Εσάς τι σας ώθησε να ασχοληθείτε με αυτή την προσωπικότητα και πώς εκτιμάτε την εν γένει παρουσία του στα γράμματα και τις τέχνες ευρύτερα;
Γ.Β.: Στις 4 Σεπτεμβρίου 2018, ακριβώς 15 χρόνια από τον θάνατό του, κυκλοφόρησε στην Ελλάδα η βιογραφία μου για τον Ηλία Πετρόπουλο – ίσως της πιο επίμαχης προσωπικότητας των γραμμάτων μας, υπό τον τίτλο που αναφέρατε. Να σημειώσω εδώ ότι είναι η πρώτη βιογραφία που δημοσιεύεται για τον Πετρόπουλο. Ο τελευταίος ήταν απ’ τις πιο επίμαχες προσωπικότητες των γραμμάτων μας, και αυτός ήταν ένας απ’ τους λόγους που με ώθησαν να ασχοληθώ μαζί του. Τον Πετρόπουλο τον συνάντησα, εντελώς συμπτωματικά, στο Παρίσι το Γενάρη του 2003. Δηλαδή 7 μήνες πριν το θάνατό του (Σεπτέμβρης 2003). Αυτό έγινε στην πρεσβευτική κατοικία της Ελλάδας στην UNESCO, της οποίας πρέσβης επί τιμή ήταν τότε ο γνωστός συγγραφέας και φίλος μου Βασίλης Βασιλικός. Επειδή ήμουν καλεσμένος του Βασιλικού, για να ολοκληρώσουμε μια άλλη συνεργασία μαζί, κι επειδή του είπα ότι ήθελα διακαώς να γνωρίσω τον Πετρόπουλο και προσωπικά (γιατί ως συγγραφέα τον ήξερα από τα φοιτητικά μου χρόνια), τον κάλεσε για δείπνο, μαζί με την σύζυγό του Μαίρη Κουκουλέ, το επόμενο βράδυ. Έτσι περάσαμε 5 ολόκληρες και αξέχαστες ώρες μαζί, παρέα. Ήταν μια μοναδική ευκαιρία για μένα, όχι απλώς να γνωρίσω, αλλά και να ψυχογραφήσω, ίσως και να αποκρυπτογραφήσω αν θέλετε, τον μεγαλύτερο «γρίφο» στην ιστορία των ελληνικών γραμμάτων. Προϊόν της συνάντησης αυτής ήταν το βιβλίο μου για τον Πετρόπουλο, με το οποίο επιχείρησα να καταθέσω την προσωπική μου μαρτυρία μ’ έναν εντελώς πρωτότυπο και ίσως ιδιόρρυθμο τρόπο – αντίστοιχο της προσωπικότητας του βιογραφούμενου – φιλοτεχνώντας το αινιγματικό «πορτραίτο» του ανθρώπου και καλλιτέχνη. Χαίρομαι δε ιδιαίτερα που η πρωτοτυπία αυτού του πονήματός μου αναγνωρίστηκε από τους ειδήμονες, καθώς το βιβλίο καταχωρήθηκε, όπως ίσως ενημερωθήκατε, ανάμεσα στα «καλύτερα βιβλία της χρονιάς 2018».
SBS: Αν μπορείτε, λίγο επιγραμματικά, να αναφερθείτε στην εν γένει εκτίμησή σας για το έργο του Πετρόπουλου.
Γ.Β.: Τελικά φρονώ ότι η ιδιαιτερότητα και μοναδικότητα του Πετρόπουλου έγκειται στο γεγονός ότι από την αρχική του εμφάνιση στα γράμματα έως το τέλος της ζωής του υπήρξε μια μυστηριώδης, πλην γοητευτική φιγούρα. Αν και διαφωνούσα σε ουκ και ολίγα ζητήματα μαζί του, εντούτοις θεωρώ ότι η γοητεία του απορρέει απ’ το ότι παρέμεινε πάντα ένας αυθεντικός, ευφυέστατος, ευρηματικός, παθιασμένος και ακάματος εργάτης του πνεύματος. Ένας ρηξικέλευθος, πρωτοποριακός ερευνητής-μελετητής της κουλτούρας του υποκόσμου του ελληνικού άστεως – και όχι μόνο. Μας άφησε μια τεράστια παρακαταθήκη, η οποία ευελπιστώ ότι θα αξιοποιηθεί μελλοντικά.
SBS: Όταν μιλούμε για τον Πετρόπουλο, πρέπει να κάνουμε μνεία και στο έργο του για το ρεμπέτικο τραγούδι...
Γ.Β.: Ναι, διότι γνωστότερος είναι ως ο εισηγητής του ρεμπέτικου τραγουδιού στην Ελλάδα. Ήταν ο πρώτος που ξεκίνησε, με το κλασικό βιβλίο του «Ρεμπέτικα Τραγούδια», αλλά δεν ασχολήθηκε μόνο με αυτό το είδος. Ανέδειξε ένα σωρό άλλα πράγματα.
SBS: Ένα άλλο έργο σας, πάλι βιογραφία, που κυκλοφόρησε σχετικά πρόσφατα, είναι για τον Νίκο Καχτίτση – ένα συγγραφέα της ελληνικής διασποράς, όπως κι εσείς. Εσείς στην Αυστραλία, εκείνος στον Καναδά. Εσείς έχετε καταπιαστεί με αυτόν τον συγγραφέα για πάνω από 30 χρόνια τώρα. Μάλιστα, η διδακτορική σας διατριβή ήταν για το έργο του Καχτίτση. Τον έχετε χαρακτηρίσει ως τον «πιο σημαντικό απόδημο Έλληνα συγγραφέα». Να μας πείτε το γιατί.
Γ.Β.: Κατ’ αρχήν να σας πω γιατί ασχολήθηκα με τον Καχτίτση: Διότι, όπως έχω ξαναπεί, ανέκαθεν γοητευόμουν όχι μόνο από το έργο, αλλά και από τη ζωή κορυφαίων Ελλήνων δημιουργών, ιδίως όταν αυτοί υπήρξαν μετανάστες σαν κι εμένα, ή έστω παιδιά μεταναστών, που έζησαν τον ξενιτεμό από πρώτο χέρι. Καθόλου περίεργο λοιπόν που πρωτοξεκίνησα να ασχολούμαι με τον απόδημο κορυφαίο πεζογράφο μας Νίκο Καχτίτση και το έργο του σε διδακτορική μου διατριβή. Την τελευταία υπέβαλα στο Πανεπιστήμιο Μελβούρνης το 1994, με τίτλο «Οι αφηγηματικές τεχνικές στο πεζογραφικό έργο του Νίκου Καχτίτση». Το παράδοξο με τον Καχτίτση είναι ότι 93 χρόνια από τη γέννησή του και 49 χρόνια από τον πρώιμο θάνατό του (1970), αν και καταξιωμένος από όλους πλέον ως καινοτόμος πεζογράφος, από τους σημαντικότερους της γενιάς του, συνεχίζει εντούτοις να παραμένει εν πολλοίς άγνωστος στο ευρύτερο κοινό. Ωστόσο, δεν έπαψε ποτέ να σαγηνεύει, να προβληματίζει και να παραμένει ένας συγγραφέας μυστήριο για ειδήμονες και μη – κάτι αντίστοιχο του Πετρόπουλου, αλλά για εντελώς διαφορετικούς λόγους. Για όλα τα παραπάνω που σας ανέφερα, φιλοδοξώ ότι το βιβλίο μου αυτό θα φωτίσει κάποιες αθέατες πλευρές στο άγνωστο «φαινόμενο-Καχτίτσης».
SBS: Επιμένω: Γιατί τον χαρακτηρίζετε ως τον «σημαντικότερο απόδημο Έλληνα συγγραφέα»; Τι είναι αυτό στο έργο του που εσάς προσωπικά σας κέντρισε το ενδιαφέρον να κάνετε αυτή την πολύ βαριά δήλωση;
Γ.Β.: Αυτό ακριβώς διερεύνησα, υποστήριξα και απέδειξα στη διδακτορική μου διατριβή – το γιατί ήταν τόσο σημαντικός συγγραφέας. Τελικά ο Καχτίτσης ήταν απ’ τους πρώτους και ίσως ο σημαντικότερος θα έλεγα Έλληνας μεταμοντερνιστής συγγραφέας. Ξέρετε, πριν τον μεταμοντερνισμό προηγήθηκε ο μοντερνισμός, με θεμελιωτή τον Τζέιμς Τζόις και άλλους μεγάλους ξένους δημιουργούς. Για την εποχή του, λοιπόν, ο Καχτίτσης ήταν ένας πρωτοπόρος Έλληνας μεταμοντερνιστής πεζογράφος, όπως τον χαρακτηρίζω στη διατριβή μου, κι αυτό ήταν που με γοήτευσε. Δηλαδή ο τρόπος που χειρίζεται την αφήγηση και τις τεχνικές της, την ελληνική γλώσσα και πολλά άλλα ζητήματα.
SBS: Ερχόμαστε τώρα στο τρίτο βιβλίο για το οποίο σας καλέσαμε σήμερα. Έχει τίτλο «Αχαρτογράφητα νερά – Κριτικές μελέτες για τη νεοελληνική λογοτεχνία». Αυτό είναι από τις εκδόσεις Ηρόδοτος, όχι από τις εκδόσεις Οδός Πανός. Πρόκειται για έναν νέο, για σας, εκδοτικό οίκο με τον οποίο συνεργάζεστε. Εδώ δεν έχουμε βιογραφία, δεν έχουμε μυθιστόρημα, αλλά δοκιμιακό έργο;
Γ.Β.: Ακριβώς. Όπως υποδηλώνει το δεύτερο μισό του τίτλου, πρόκειται για «Κριτικές μελέτες για τη νεοελληνική λογοτεχνία». Είναι το τέταρτο δοκιμιακό μου έργο και συμπεριλαμβάνει μια σειρά από διάφορες μελέτες. Ελλείψει ραδιοφωνικού χρόνου δεν θα αναφέρω τους τίτλους αυτών των μελετών, αλλά μόνο τα ονόματα των συγγραφέων με τους οποίους ασχολούμαι και είναι οι εξής: Στρατής Μυριβήλης, Αλέκος Δούκας, Δημήτρης Χατζής, Αντώνης Σαμαράκης, Βασίλης Βασιλικός, Νίκος Καχτίτσης, Γιώργος Σεφέρης, Ανδρέας Εμπειρίκος, Λεύκιος Ζαφειρίου, Γιώργος Παπούλιας και Γιώργος Βέης. Ωστόσο, εκτός από τους προαναφερθέντες συγγραφείς, συμπεριλαμβάνονται και διάφορες θεωρητικές μελέτες μου για τη θέση της νεοελληνικής λογοτεχνίας διεθνώς, για τη νεοελληνική λογοτεχνία της διασποράς, καθώς και για τη μετάφραση της ελληνικής μεταναστευτικής λογοτεχνίας.
Όλα τα παραπάνω κείμενα έχουν προδημοσιευθεί σε γνωστά και έγκυρα επιστημονικά, φιλολογικά και λογοτεχνικά περιοδικά της Ελλάδας, της Κύπρου, της Αυστραλίας και της Αμερικής (στα ελληνικά και αγγλικά), καθώς και σε πανεπιστημιακά περιοδικά, σύμμεικτους τόμους κτλ. Ο λόγος ύπαρξης αυτού του τόμου δοκιμίων/μελετών οφείλεται, πρώτον, στο ότι ήθελα να διασωθούν από μια ενδεχόμενη αφάνεια, ίσως και λήθη – καθώς ήταν διάσπαρτα εδώ κι εκεί, και συνεπώς κάπως δυσεύρετα και, δεύτερον, διότι ήθελα να αποτελέσουν ένα προσβάσιμο εργαλείο αναφοράς στους ενασχολούμενους με τον χώρο των νεοελληνικών σπουδών, αλλά και στους ενδιαφερόμενους για τη νεοελληνική λογοτεχνία γενικότερα. Τέλος, ο τίτλος «Αχαρτογράφητα νερά» υπαινίσσεται μια καθαρά προσωπική, διαφορετική ματιά, μια φρέσκια και πρωτότυπη – ευελπιστώ – προσέγγιση στους προαναφερθέντες δημιουργούς και τα έργα τους.
SBS: Πριν σας αφήσουμε, θα ήθελα να ενημερώσουμε τους ακροατές μας ότι η εκδήλωση στο Πνευματικό Ίδρυμα «Κωστής Παλαμάς» της ΑΧΕΠΑ ΝΝΟ στο Σύδνεϋ είναι αφιερωμένη στο έργο σας, και στα 51 χρόνια λογοτεχνικής παρουσίας σας στα γράμματα που συμπληρώνοντα φέτος.
Γ.Β.: Πολύ σωστά. Με την ευκαιρία αυτή θέλω, προκαταβολικά, να ευχαριστήσω τους φορείς που αναφέρατε, οι οποίοι είχαν την ευγενή καλοσύνη να διοργανώσουν αυτή την πολύ σημαντική, για μένα, επέτειο των 51 χρόνων μου στο χώρο των γραμμάτων. Ξέρετε, με τη συγγραφή και τη λογοτεχνία ανάλωσα όλη μου τη ζωή, καθώς άρχισα να γράφω από πολύ μικρός – δηλαδή από την πέμπτη δημοτικού. Σε ηλικία 13 ετών συνειδητοποίησα ότι το μόνο που με ενδιέφερε να κάνω στη ζωή ήταν το γράψιμο. Σε ηλικία 16 ετών δημοσιεύεται το πρώτο μου κείμενο σε εφημερίδα της Μελβούρνης το 1968, λίγο μετά την άφιξή μου στην Αυστραλία. Μου είναι αδύνατον, όχι να σκεφτώ, αλλά και να εικάσω πώς θα ήταν η ζωή μου χωρίς τη λογοτεχνία, ή τι άλλο θα μπορούσε να τη νοηματοδοτήσει ουσιωδώς. Διότι η λογοτεχνία σημάδεψε από πολύ νωρίς τη μοίρα μου, και η δωρεά της καθόρισε αποφασιστικά όλη μου τη ζωή. Και, βέβαια, μου έδωσε τα πάντα που θα μπορούσε να ονειρευτεί και να επιθυμήσει ένα παιδί. Κυρίως όμως – μέσω αυτής της πολύτιμης δωρεάς – μου πρόσφερε απλόχερα δημιουργικό οίστρο, απερίγραπτη χαρά, απόλαυση και μέθεξη. Με μια λέξη – πληρότητα. Γι’ αυτό και μετά από 51 χρόνια, δεν μπορώ παρά να της είμαι εσαεί ευγνώμων.