Πρόκειται για 6.000 οδηγούς, και ιδιοκτήτες ταξί, από τη Βικτώρια, τη Νέα Νότια Ουαλία, το Κουίνσλαντ και τη Δυτική Αυστραλία.
Η Maurice Blackburn, η δικηγορική εταιρία, που τους εκπροσωπεί κατηγορεί την Uber, εκ μέρους των εντολέων της, για παράνομη λειτουργία, που είχε ως αποτέλεσμα τον αθέμιτο ανταγωνισμό.
Οι 6.000 εναγόμενοι υποστηρίζουν ότι τη στιγμή που εκείνοι έπρεπε να συμμορφώνονται με ένα αυστηρό ρυθμιστικό και νομοθετικό πλαίσιο, η εταιρία Uber λειτουργούσε εκτός αυτού του πλαισίου, ζημιώνοντας τους οικονομικά.
Ανάμεσα στους ενάγοντες, και ο Παναγιώτης Χριστόδουλος, οδηγός ταξί για χρόνια και στη συνέχεια ιδιοκτήτης αδειών ταξί και μάντρας ταξί. Ο κ. Χριστόδουλος, μίλησε για οικονομική καταστροφή που έχει υποστεί ο ίδιος και η οικογένεια του, ενώ σημείωσε ότι και ο γιος του ακολούθησε το επάγγελμα καταλήγοντας στο ίδιο ζημιογόνο αποτέλεσμα.
Ο ίδιος, υπολογίζει την οικονομική ζημιά που υπέστη, σε ποσό άνω των $2 εκ. Το ποσό, ωστόσο, που έχει υπολογιστεί να διεκδικήσει μέσω της αγωγής, ανέρχεται περίπου στις $156.000.
Οι δικηγόροι, εκτιμούν ότι το τελικό ποσό της μαζικής αποζημίωσης μπορεί να ανέλθει και στο $1 δις. ενώ τονίζουν τη σημασία της αγωγής γενικότερα για τα δικονομικά χρονικά της Αυστραλίας.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του ABC, η εταιρία Uber, από την πλευρά της σε γραπτή ανακοίνωση, υποστήριξε ότι δεν έλαβε κάποια ενημέρωση για την κατάθεση της μαζικής αγωγής.
«Περισσότεροι από 3,8 εκατομμύρια Αυστραλών χρησιμοποιούν την Uber, ως μια αξιόπιστη επιλογή για να πηγαίνουν από το ένα σημείο στο άλλο, και κυβερνήσεις ανά τον κόσμο έχουν αναγνωρίσει τον τρόπο αυτό ως μέρος των μαζικών μετακινήσεων.»
«Εστιάζουμε την προσοχή μας στην παροχή μια σπουδαίας υπηρεσίας στους πελάτες και οδηγούς μας στις πόλεις, όπου λειτουργούμε», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ανακοίνωση.